Start Reading Φράουλες Envisioned By Joseph Roth Formatted As Bound Copy
μικρά και επιπλέον μισά διηγηματάκια που θα μπορούσαν να συνοδεύουν ένα κανονικό βιβλίο του συγγραφέα. Πολύ καλός ο Ροτ, όπως πάντα, αλλά δεν βρίσκω το λόγο αυτής της έκδοσης ίσως μόνο το εξαιρετικό εξώφυλλο. ספר מעניין ואישי ומאוד מעניין לקריאה
האיורים בספר תרמו רבות, הייתי רוצה לראות עוד מקומות שמשתמשים בזה
הורדתי כוכב כי הספר למעשה נגמר ללא סוף וזה מאוד פוגע לי אישית בקריאה כאשר הסיום איננו סוף פתוח או סגור אלא אמצע של הסיפור ואין לו סיום מוגדר וברור Είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάζω από τον συγκεκριμένο συγγραφέα. Αν και το θέμα του δεν με ενθουσίασε, δεν μπορούσα να σταματήσω να το διαβάζω και η αλήθεια είναι πως ανυπομονώ να διαβάσω κι άλλα έργα του. Νομίζω πως είναι πολύ καλή επιλογή για ανάγνωση στην παραλία!.Μαγικά, νοσταλγικά σπαράγματα. Εξαιρετική η μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου και η εισαγωγή του Alexis Tautou "Τώρα δεν είμαι πουθενά γεννημένος, πουθενά δεν είμαι σπίτι μου. Είναι αλλόκοτο και τρομερό, κι εγώ ο ίδιος νιώθω σαν πλάσμα του ονείρου, πού δεν έχει ούτε ρίζα ούτε σκοπό, που δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος, μόνο πάει κι έρχεται χωρίς να ξέρει καν πούθε έρχεται, πού πάει. Έτσι είναι όλοι οι συντοπίτες μου. Ζούνε σκορπισμένοι στον απέραντο κόσμο, γαντζώνονται μ αδύναμες ρίζες σε ξένα χώματα, κάνουν παιδιά τα οποία δεν ξέρουν πού γεννήθηκε ο πατέρας τους, για τα οποία ο παππούς τους είναι κιόλας παραμύθι. " La copertina dice tutto.
"In una lettera a Stefan Zweig, Joseph Roth annunciava di avere in cantiere "il romanzo della sua infanzia", destinato ad assumere le dimensioni di un'opera autobiografica "d'ampio respiro".
E destinato, secondo l'ultima compagna dello scrittore, a diventare il suo libro più pregevole, Il progettato romanzo, in realtà, non vide mai la luce, Ma il torso che ci è rimasto "Fragole", trovato fra le carte inedite si presenta di fatto come un'autentica, incantevole novella.
Una novella popolata di sarti, vetrai e ciabattini colti nel natio shtetl galiziano, in uno scenario fatto di distese innevate e di neri stormi di coni, sui campi dalle stoppie dure e pungenti sotto i piedi nudi.
Alla ricerca della sua terra perduta, con il sapore delle fragole di bosco che richiama un intero universo, Roth riesce a salvare la memoria di una mitica Heimat.
E non meno preziosa, anche se agli antipodi per ambientazione e tenore, è l'altra novella raccolta in questo volume, Perlefter, storia e satira di un borghese ipocondriaco, irresistibile antieroe che sogna avventure grandiose, laddove le sue sono solo meschine e da tener segrete.
Abitate da una galleria di personaggi degna di Gogol' e Dickens, ambientate nella Vienna dell'ebraismo assimilato, tra café chantant, club esclusivi e sontuosi hotel, o in lontane province trasognate, sono pagine in cui ritroveremo, con gioia, il Roth dei suoi libri più amati".
Peccato che non abbia potuto completare i due racconti! Sarebbero stati altri capolavori, . .
La citazione
" e se venivano su così basse non era umiltà, ma orgoglio, Bisognava chinarsi per raggiungerle".
Quasi il mio ritratto
Αγαπάμε Ροτ, Ταλεντάρα. Μυθιστορηματικά σπαράγματα, όμορφες περιγραφές, εξαιρετική μετάφραση.
"Αυτή η πόλη δεν υπάρχει πια. Κανόνια την γκρέμισαν, φωτιές την έκαψαν, άρβυλα την ποδοπάτησαν. Χρυσά καλαμπόκια ανθίζουν τώρα εκεί που κάποτε υπήρχαν μικρά και βρόμικα σοκάκια και χαμόσπιτα, ανεμπόδιστος ο αέρας φυσάει πάνω από τις απλώσεις και τις γωνίες των παιδικών μου χρόνων . .
. Τώρα δεν είμαι πουθενά γεννημένος πουθενά δεν είμαι σπίτι μου. Είναι αλλόκοτο και τρομερό κι εγώ ο ίδιος νιώθω σαν πλάσμα του ονείρου που δεν έχει ούτε ρίζα ούτε σκοπό που δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος μόνο πάει και έρχεται χωρίς να ξέρει καν πουθε έρχεται που πάει .
Είναι παράξενο να χάνεις την πόλη όπου γεννήθηκες. Νιώθεις σαν να είσαι εκατό χρόνων, σαν να ξαναγυρίζεις από τον τάφο. Όταν με ρωτούν που γεννήθηκα δεν ξέρω τι να απαντήσω. Και επειδή ο τόπος μου δεν υπάρχει πια, δεν έχω πατρίδα πουθενά, πουθενά δεν είμαι σπίτι μου" Net als bij Bergman de wilde soort van de rode vrucht herinneringen oproepen, doen aardbeien het gemoed van Roth vollopen en sporen ze hem aan om zich te storten in mijmeringen over zijn geboortegrond in Brody.
Een erg kort fragment van een onafgewerkte autobiografische roman over Roths jeugdjaren, Te fragmentarisch om te beoordelen: je kan je afvragen wat de historische waarde is van zo'n summiere kijk op een ontstaansproces dat nauwelijks of niet door Roth werd
herwerkt of geredigeerd.
Voor de nitpickers onder ons, "τώρα δεν είμαι πουθενά γεννημένος, πουθενά δεν είμαι σπίτι μου"
ο κύριος ροτ έχασε την πατρίδα του και προσπάθησε να την ξαναφτιάξει γράφοντας μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας: για την παιδική ηλικία και τις μνήμες της, για το χώμα που τρίζει ανάμεσα στα δόντια αλλά ξεπλένεται από το χυμό της φράουλας, για κάποιον ποιητή που γράφει στα λατινικά στις αρχές τουου αιώνα, για τον επίμονο ήρωα ναφτάλι κρόυ και για το θάνατο που είναι συνεχώς εκεί. όλα εντελώς επινοημένα κι εντελώς πραγματικά.
σπαράγματα ενός κειμένου που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. φαντάζομαι τον ροτ να σημειώνει και να αγωνιά για την ολοκλήρωσή του, να μοιράζει κομμάτια του σε άλλα του κείμενα, να κόβει και να ράβει για να ξαναβρεί την πατρίδα του.
η εισαγωγή και τα σχετικά με τον συγγραφέα, καλογραμμένα, απλά, εμπνευστικά λώσσα τόσο απλή και όμως τόσο υπέροχη. Tja meine Beurteilung ist sehr streng, fast schon strenger, als es diese Sammlung von Fragmenten, Erzählungen und Kurzgeschichten verdient hat, aber ich bin halt eine RomanFantatikerin, die manisch plotorientiert ist und kann mit so etwas meist nicht so viel anfangen.
Als alleiniges Werk taugt so etwas für mich nicht, da auch nicht alle Geschichten thematisch oder vom Ort her oder sonst irgendwie alle etwas gemeinsam haben.
Deshalb habe ich es auch so bewertet,
Für eines taugt so ein Werk aber dann dennoch meistens, Als Unterfutter und Hintergrundinfo für die großen Romane und um das GesamtOeuvre eines Autors zu beleuchten.
Hier werden vor allem die kleine gallizische Stadt an der russischen Grenze und das kleine gallizische Dorf, die im Radetzkymarsch und in der Kapuzinergruft vorkommen, genau beschrieben und beleuchtet.
Ein Blick in Roths Biografie, den ich dann auch öfter hineinwerfe, wenn ich mich doch derart intensiv mit vielen Werken dies Autors beschäftige, fördert dann noch einen ganz anderen spannenden biografischen Aspekt zu Tage.
Joseph Roth hat bei seiner Herkunft sehr oft geflunkert und das so nachhaltig und gut, dass auch historisch einiges nicht ganz klar ist.
Er bezeichnete sich als bettelarm, was nicht der Wahrheit entsprach, denn die Mutter führte ein zwar bescheidenes, aber bürgerliches Leben mit Angestellten.
Er behauptete manchmal, aus der gallizischen Stadt Brody zu stammen, in der er nachweislich gelebt hat, aber auch manchmal, aus einem kleinen unbekannten und untergegangenen gallzischen Dorf zu kommen.
Beide Locations hat er hier in Erdbeeren sehr genau beschrieben, mitsamt den Einwohnern,
Roths Vertuschung der Herkunft ging sogar so weit, dass nicht mal ganz eindeutig geklärt ist, ob er aus einer chassidisch jüdischen oder sächsisch katholischen Familie stammt, da der Vater erstens ein bisschen verrückt, dann irgendwie verschollen war und totgeschwiegen wurde.
Als Konsequenz gab es bei Roths Begräbnis in Paris sogar sehr unangenehme Auftritte, da sowohl die jüdische als auch die katholische Gemeinde den Leichnam und das Begräbnis an sich reißen wollten.
Angeblich kam es bei der Beedigung sogar zur offenen Eskalation, Das hätte ihm gefallen, dem alten versoffenen Münchhausen,
Auf jeden Fall beleuchtet Erdbeeren die zwei potenziellen Heimatorte, die beide real sein, von denen aber das gallizische katholisch sächsische Dorf auch frei erfunden sein könnte.
""Γιατί αποφασίζει κάποιος να φύγει από την ζωή, όπως θα 'φευγε χειμώνα καιρό από ένα δωμάτιο χωρίς σόμπαΓιατί κλείνει πίσω του την πόρτα και σαν πεισματάρικο παιδί μας βγάζει την γλώσσα"" Ο πόλεμος και η πείνα την ξεκλήρισαν τη μικρή μας πόλη. Και σήμερα βόσκουν γελάδια εκεί που πριν έπαιζαν παιδιά.
Είναι παράξενο να χάνεις την πόλη όπου γεννήθηκες. Νιώθεις σαν να 'σαι εκατό φορές εκατό χρονών, σαν να ξαναγυρίζεις από τον τάφο. Όταν με ρωτούν πού γεννήθηκα δεν ξέρω τί ν' απαντήσω. Κι επειδή ο τόπος μου δεν υπάρχει πια, δεν έχω πατρίδα πουθενά, πουθενά δεν είμαι σπίτι μου.
Στην ίδια κατάσταση είναι κι ο φίλος μου Ναφτάλι Κρόυ, αλλά αυτός δεν δίνει σημασία. Ο Ναφτάλι Κρόυ είναι όπου γη και πατρίδα και σίγουρα σήμερα νιώθει εκεί που είναι σαν στο σπίτι του, σαν να 'ταν γέννημα θρέμμα του Μπουένος Άιρες.
Η Γαλικία που περιγράφει ο Γιόζεφ Ροτ σ' ετούτο το μακροσκελές μυθιστορηματικό σπάραγμα είναι η μυθική Γαλικία, στα ιστορικά σύνορα της παλαιάς ανατολικής επαρχίας της ΑυστροΟυγγαρίας, που δεν έχει πάψει να τον στοιχειώνει από το Hotel Savoyκαι μετά, Οι κάτοικοί της παρελαύνουν εμπρός μας, σοφοί και τρελοί, ντόπιοι, πρόσφυγες και περαστικοί, όλη η λαθραία πανίδα των συνόρων, φτωχοί και μικροκτηματίες ευγενείς της επαρχίας, ταλαντευόμενοι ανάμεσα στο απλό και γεμάτο δεισιδαιμονίες σύμπαν της παράδοσης από τη μια και στο άνοιγμα προς τον δυτικό μοντερνισμό από την άλλη. Βασικός πρωταγωνιστής του, ωστόσο, παραμένει αναμφισβήτητα η ίδια η Φύση: τα μελαγχολικά τοπία, που τους επιτίθενται οι απότομες αλλαγές των εποχών οι μυρωδιές του καπνού το συναισθητικό παιχνίδι των εικόνων και των χρωμάτων από το χρυσό στο ασημί, περνώντας από το μπλε, το μαύρο, το γκρίζο και το άσπρο τα αινιγματικά πουλιά αυτή ή ατμοσφαιρική ποίηση στο σύνολό της, η πεμπτουσία της γραφής του Ροτ. Για τον Ντέηβιντ Μπρόνσεν η Γαλικία που βλέπουμε στις Φράουλες είναι ένα Πουθενά, ένας ουτόπος στο περιθώριο των συσπάσεων της Ιστορίας. Και το ειδυλλιακό του πρόσωπο, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, προβάλλει ανάγλυφο στις ετήσιες εξορμήσεις στα γύρω δάση, σ'αυτό το ψάξιμο για θαυμάσιες, μαγικές, άγριες φράουλες. .